ανθυποφορά

ανθυποφορά
Ρητορικό σχήμα κατά το οποίο ο ρήτορας κάνει ερωτήσεις, προβάλλει απορίες κλπ., που κατά τη γνώμη του έχουν οι ακροατές του και απαντά αμέσως ο ίδιος σε αυτές. Παράδειγμα α. αποτελούν οι γνωστοί δημοτικοί στίχοι: «Τι είν’ ο αχός π’ ακούγεται κι οι ντουφεκιές που πέφτουν; / μην ο Καλύβας έρχεται; μην o Λεβεντογιάννης; / Μηδ’ ο Καλύβας έρχεται, μηδ’ ο Λεβεντογιάννης. / Ο Ομέρ Βρυώνης πλάκωσε με δεκαοχτώ χιλιάδες». Όταν οι ερωταπαντήσεις αυτές είναι εύστοχες, o ρήτορας υποβάλλει κατάλληλα το ακροατήριο, ενώ ο λόγος αποκτά ιδιαίτερη δύναμη και ζωντάνια.
* * *
η (Α ἀνθυποφορά)
(Ρη τορ.) σχήμα λόγου κατά το οποίο ο ρήτορας δίνει απαντήσεις σε απορίες ή ενστάσεις που θα μπορούσαν να υποβληθούν από τους ακροατές ή τους αντιδίκους του
αρχ.
1. απάντηση
2. αντίρρηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀνθυποφορά — ἀνθυποφορά̱ , ἀνθυποφορά reply fem nom/voc/acc dual ἀνθυποφορά̱ , ἀνθυποφορά reply fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθυποφορᾷ — ἀνθυποφορά reply fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανθυποφορά — η σχήμα λόγου στο οποίο ο ρήτορας ανασκευάζει προκαταβολικά πιθανή παρατήρηση ή αντίρρηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀνθυποφοράν — ἀνθυποφορά̱ν , ἀνθυποφορά reply fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθυποφοράς — ἀνθυποφορά̱ς , ἀνθυποφορά reply fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθυποφοραῖς — ἀνθυποφορά reply fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθυποφοραί — ἀνθυποφορά reply fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθυποφορᾶς — ἀνθυποφορά reply fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθυποφορῶν — ἀνθυποφορά reply fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ԸՆԴԴԻՄԱԲԱՆՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0767 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 10c, 12c գ. ἁντιλογία contradictio, controversia ἁνθυποφορά objectio Դիմախօսութիւն. առարկութիւն. հակառակութիւն, պատասխանատուութիւն. կշտամբութիւն. հակասութիւն. ներհակութիւն …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”